Ο ρόλος του κράτους και των Επιμελητηρίων προς την κατεύθυνση στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων.
EΙΣΗΓΗΣΗ ΣΤΗΝ 19Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΕΟΑΕΝ ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 4/11/2006
H ιστορία του Ελληνικού εμπορίου ξεκινά με την ιστορία των Ελλήνων. Εδώ και 5.000 χρόνια οι δρόμοι του Εμπορίου πλέκουν το υφάδι του Ελληνικού Πολιτισμού.
Από την Μινωική Κρήτη, τις Μυκήνες και τις Κυκλάδες, από την Αθήνα, την Σικελία και τις ακτές της Ιωνίας μέχρι την Τεργέστη και την Οδησσό. Την Αλεξάνδρεια και τις σύγχρονες παγκόσμιες μητροπόλεις, από τις αρχαίες αγορές μέχρι τα βυζαντινά εργαστήρια, τα παζάρια και τις σύγχρονες νέες αγορές, οι Έλληνες έκαναν το εμπόριο κυρίαρχη πηγή οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
Αυτή η μακραίωνη παράδοση συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Όπου το εμπόριο αποτελεί βασικό πυλώνα της Ελληνικής οικονομίας.
Η συμμετοχή τους στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν αγγίζει σήμερα το 18%, παρουσιάζει αύξηση και συμβάλλει με ποσοστό 17% στη συνολική απασχόληση.
Το περίγραμμα του παγκόσμιου οικονομικού τοπίου έχει αλλάξει ριζικά κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Η παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και των χρηματοοικονομικών αγορών καθώς και η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος έχουν οδηγήσει σε βαθιές αλλαγές στις εθνικές και περιφερειακές οικονομίες στα πρότυπα απασχόλησης και στην οργάνωση εργασίας. Αυτές είχαν θετικά αποτελέσματα αν και η ανεργία και ο μεγαλύτερος κοινωνικός αποκλεισμός έχουν καταστεί διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας μας αλλά και της Ευρωπαϊκής ένωσης.
Η ελληνική αγορά χαρακτηρίζεται ελκυστική από τους ξένους ομίλους που αναζητούν ευκαιρίες στρατηγικής επέκτασης σε άλλες χώρες, καθώς ο Έλληνας καταναλωτής παρά τις πιέσεις που υφίσταται το διαθέσιμο εισόδημα και η αγοραστική του δύναμη τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να δαπανά μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός του για ρουχισμό, συγκριτικά με κατοίκους άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η είσοδος ξένων ομίλων στο επώνυμο αλλά και το φθηνό ρούχο, αλλά και η δραστηριοποίηση των μεγάλων αλυσίδων super-market με τη διάθεση ειδών ένδυσης και υπόδησης εντείνουν τον ανταγωνισμό που υφίσταται ο Έλληνας παραγωγός. Μια άλλη διάσταση του προβλήματος αγγίζει το λιανεμπόριο, καθώς τα μεγάλα πολυκαταστήματα στα οποία έχουν παρουσία τα επώνυμα ελληνικά και εισαγόμενα ενδύματα απειλούν τη βιωσιμότητα των μικρών, ιδιωτικών καταστημάτων.
Κατά καιρούς πολλοί εμπορικοί σύλλογοι της χώρας μας και όχι μόνο, έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις μιας «ραγδαίας» εξάπλωσης των πολυκαταστημάτων (ξένων και ελληνικών συμφερόντων ή και συνεργασιών μεγάλων ελληνικών και ξένων αλυσίδων) τόσο στο χώρο της πρωτεύουσας όσο και στην επαρχία.
Tα πρώτα σημάδια κορεσμού άρχισαν να γίνονται αντιληπτά στο χώρο της Αττικής και στις περισσότερες έδρες των περιφερειών της χώρας. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η «αλόγιστη» εξάπλωση των πολυκαταστημάτων στις περιοχές αυτές δεν έπληξε μόνο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις και μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων κυρίως ελληνικές οι οποίες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Οπότε δεν είναι τυχαίο τα τελευταία χρόνια να παρατηρείται μια προσπάθεια από την μεριά μεγάλων πολυκαταστημάτων να επεκταθούν σε μικρότερες πόλεις και νησιά. Εδώ πρέπει η πολιτεία και οι τοπικοί φορείς να αναλάβουν να λειτουργήσουν για να προστατεύσουν τα συμφέροντα τόσο των καταναλωτών όσο και των εμπόρων.
Τα πολυκαταστήματα προτιμούνται από τους καταναλωτές. Προφανείς λόγοι:
1. ποικιλία προϊόντων και πληθώρα ειδών,
2. χαμηλές τιμές και προσφορές
3. εξοικονόμηση χρόνου στα ψώνια,
4. ευκολίες πληρωμής,
5. Parking,
6. παράδοση των αγορών στο σπίτι του καταναλωτή,
7. δυνατότητα ηλεκτρονικής παραγγελίας που εμφανίστηκε πρόσφατα,
8. τραπεζικές υπηρεσίες κ.α.
Υπάρχει πλέον μία διαμορφωμένη τάση προμήθειας ορισμένων καταναλωτικών αγαθών από τα πολυκαταστήματα. Η τάση αυτή εντοπίζεται κυρίως στα είδη διατροφής, τα είδη καθαρισμού, τα καλλυντικά και τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά.
Η συμπεριφορά αυτή των καταναλωτών εξηγείται κυρίως από το γεγονός ότι: οι καταναλωτές πιστεύουν ότι τα ισχυρότερα πλεονεκτήματα των νέων μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων είναι οι τιμές και η ποικιλία.
Αν, κατά ορισμένους, θεωρείται ότι ο καταναλωτής ωφελείται οικονομικά σε ατομικό επίπεδο από την εγκατάσταση πολυκαταστημάτων στην περιοχή του, αλλά ποιες άραγε θα είναι οι συνέπειες μακροπρόθεσμα για την κοινωνία ως σύνολο;
Επίσης πρέπει να αναλογιστούμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα στην οικονομική ανάπτυξη της κάθε περιοχής.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΥΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ-ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ-ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΕΣ
1. Οικονομικές
• Αν για παράδειγμα με την δημιουργία ενός πολυκαταστήματος κλείσουν πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και πολλοί ντόπιοι βιοτέχνες και παραγωγοί χάσουν τους πελάτες τους, είναι φυσικό να μειωθεί μακροχρόνια η αγοραστική δύναμη του πληθυσμού.
• Επίσης, πρέπει να εξετάσουμε και τις «παράπλευρες απώλειες μία επιθετικής πολιτικής, που κατά κανόνα εφαρμόζουν οι μεγάλες επιχειρήσεις. Ίσως λοιπόν στην αρχή να επικρατεί η άποψη ότι πολύ θα ευνοούσε η προτίμηση ενός μοντέρνου πολυκαταστήματος με συμφέρουσες τιμές για τις κάθε είδους αγορές. Θα πρέπει όμως να εκτιμηθεί παράλληλα το μέλλον της κοινωνίας, που κινδυνεύει να βρεθεί σε οικονομική ύφεση ή και εξαθλίωση, γεγονός που σίγουρα θα επηρεάσει όχι μόνον τους εμπόρους, αλλά το σύνολο των καταναλωτών.
• Ένα σημαντικό στοιχείο επίσης που δεν πρέπει να παραβλέπεται είναι ότι οι πολυεθνικές εταιρείες, πέραν των εισαγομένων κατά κύριο λόγο προϊόντων που διακινούν, αγνοώντας τα ντόπια, δεν επενδύουν τα κέρδη τους στη χώρα μας, αλλά τα εξάγουν σε άλλες χώρες, σε αντίθεση με τις εθνικές επιχειρήσεις, είτε μεγάλες είτε μικρές ή μεσαίες που και επενδύουν και καταναλώνουν τα κέρδη τους στην ελληνική επικράτεια, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην ανάπτυξη του τόπου. Δεδομένου δε του γεγονότος ότι αμιγώς ελληνικής ιδιοκτησίας μεγάλα πολυκαταστήματα και σούπερ μάρκετ δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα (βλέπε Μαρινόπουλος-Carrefour-Continent, Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος- Delhaize Le Lion κ.α.) το πρόβλημα είναι ακόμα πιο οξύ από ότι φαίνεται με τη πρώτη ματιά.
• Οι κίνδυνοι από την αυθαίρετη και χωρίς κανόνες και μελέτη εγκατάσταση πολυεθνικών επιχειρήσεων σε ένα τόπο είναι πολλαπλάσιοι και μακροπρόθεσμοι από τα οφέλη που τυχόν βραχυπρόθεσμα απολαύσουν οι καταναλωτές. Στα νησιά ιδιαίτερα, που η οικονομία τους βρίσκεται σε καλό δρόμο και η ανάπτυξή τους παρουσιάζει αισιόδοξους ανοδικούς δείκτες, χρειάζεται μεγάλη σκέψη και ανάλυση των συνθηκών και των προϋποθέσεων για την χορήγηση μιας τέτοιας.
2. Απασχόληση
• Η εμφάνιση των υπεραγορών επηρεάζουν αρνητικά την ανεργία, αφού ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων και των υπαλλήλων των μικρών επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου που κλείνουν εξ αιτίας τους, είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό υπαλλήλων που μπορούν να απορροφήσουν οι υπεραγορές, ακόμα και αυτές που απολαμβάνουν τις αντίστοιχες πωλήσεις και τα κέρδη των χρεοκοπημένων.
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Ανάπτυξης περισσότερες από 435 μικρές λιανεμπορικές επιχειρήσεις τροφίμων σε 15 παραμεθόριες και νησιωτικές περιοχές της χώρας έχουν αναγκαστεί να κλείσουν μόνο κατά το διάστημα 1995-2000.
Όσο για τον εκσυγχρονισμό του κλάδου, απαιτεί την χρήση όλο και πιο προχωρημένων εφαρμογών της πληροφορικής, αλλά και ανθρώπινο δυναμικό υψηλότερα καταρτισμένο. Στην Ελλάδα μόνο το 14% των απασχολούμενων στο λιανεμπόριο επιμορφώνεται επαγγελματικά. Αυτό σημαίνει ότι ο κλάδος προσελκύει άτομα με χαμηλές επαγγελματικές δεξιότητες και δεν καταφέρνει να κρατήσει υψηλά καταρτισμένο προσωπικό, κάτι που έχει σαφείς επιπτώσεις στην παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα.
3. Κοινωνικές
• Επίσης, ίσως μοιάζει ασήμαντο, αλλά δεν είναι, η αποπροσωποποίηση των σχέσεων μεταξύ πελατών και πωλητών, οδηγεί σε άλλες καταστάσεις που γνωρίζουμε από πολυπληθείς ευρωπαϊκές και αμερικανικές μητροπόλεις, με ότι αυτή επιφέρει, αλλά που όμως είναι άχρηστη και διόλου αναπόφευκτη, σε περιορισμένου πληθυσμού γεωγραφικά συγκροτήματα, όπως είναι οι επαρχιακές ελληνικές πόλεις.
4. Καταναλωτικές
• Πολυσυζητημένη εξίσου είναι και η μεταβολή της συμπεριφοράς των καταναλωτών, από την ύπαρξη των πολυκαταστημάτων, αφού έχει διαπιστωθεί πλέον ότι οι αγορές από αυτά ωθούν στην υπερκατανάλωση. Η αρχή έγινε την δεκαετία του ‘70 και ‘80 με την άνθηση των σούπερ μάρκετ και την κατάργηση των παραδοσιακών παντοπωλείων. Το φαινόμενο της υπερκατανάλωσης φαίνεται να πήρε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις με την εμφάνιση των πολυκαταστημάτων.
• Νέες μέθοδοι προώθησης των προϊόντων τους αναπτύσσονται από τα μεγάλα καταστήματα κάθε μέρα με σκοπό να κερδίσουν τον καταναλωτή, δημιουργώντας του ανάγκες που πραγματικά δεν έχει.
• Τα αποτελέσματα της υπερκατανάλωσης, όπως έχουν καταγραφεί, είναι κατ’ αρχήν η οικονομική εξαθλίωση των καταναλωτών. Οι καταναλωτές πέφτοντας θύματα ενός «επιθετικού marketing» αγοράζουν πολύ περισσότερα από ότι χρειάζονται, με αποτέλεσμα το μηνιαίο εισόδημα τους να εξανεμίζεται πολύ γρήγορα. Σύμφωνα δε, με τα όσα αναπτύξαμε ανωτέρω, οι ίδιοι οι καταναλωτές διοχετεύουν την αγοραστική τους δύναμη, τα χρήματά τους, στο εξωτερικό, ικανοποιώντας ανάγκες που στην πραγματικότητα δεν έχουν.
• Αυτό βέβαια μεταξύ των άλλων συνεπάγεται στο ότι δυσκολεύονται έπειτα να καλύψουν άλλες πάγιες ανάγκες τους, γεγονός που συμβάλλει στην οικονομική αποδυνάμωση της κοινωνίας μας.
• Αλλά αν θέλουμε να το αναλύσουμε ακόμη παρά πέρα, αρκεί να αναλογιστούμε τι μορφή θα έχει μια κοινωνία όπου ο στόχος των πολιτών της θα είναι το κέρδος, όχι για να επενδύσουν αλλά για να καταναλώσουν ακόμη περισσότερα.
• Ένα άλλο αποτέλεσμα τις επεκτατικής πολιτικής των πολυκαταστημάτων είναι ακόμη η γενικότερη αλλαγή του τρόπου με τον οποίο ο καταναλωτής κάνει τις αγορές του. Αυτό σημαίνει ότι λόγω του ότι πολλά πολυκαταστήματα προσπαθούν να προωθήσουν προϊόντα είτε δικών τους ετικετών αλλά και άλλων γνωστών εταιρειών τροφίμων και ρουχισμού συνήθως του εξωτερικού, ωθούν τον καταναλωτή να αγοράζει τα προϊόντα αυτά.
Τα πολυκαταστήματα λοιπόν, εκτός του ότι προσπαθούν να διαμορφώσουν ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής (life style) στο κοινωνικό σύνολο, με ότι συνέπειες μπορεί να έχει αυτό, σίγουρα πλήττουν όχι μόνο τους ντόπιους βιοτέχνες και παραγωγούς, όχι μόνον συμβάλλουν στην ανάπτυξη άλλων περιφερειών της Ευρώπης, αντί της ντόπιας, καταστρέφουν επίσης σταδιακά και αθόρυβα τις ιδιαιτερότητες των παραδοσιακών κοινωνιών, επιβάλλοντας ομοιομορφία με επικίνδυνες διαστάσεις και συνέπειες.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Τα ακόλουθα αποτελούν προτάσεις που θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ενιαίο και ολοκληρωμένο πλαίσιο στρατηγικής αντιμετώπισης των προαναφερθέντων προβλημάτων που θα διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων στο νησιωτικό χώρο.
1. Σε συνεργασία με τις τοπικές και νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις καθιέρωση της Εμπορικής Πολεοδομίας, καθορισμός χρήσεων γης και αναπλάσεις. Το ισχύον νομικό πλαίσιο θα έπρεπε να είναι πιο αυστηρό ιδιαιτέρως για τα μικρά νησιά σχετικά με την αδειοδότηση λειτουργίας πολυκαταστημάτων.
2. Θα πρέπει να χορηγείται άδεια λειτουργίας από το Νομαρχιακό Συμβούλιο για κάθε επιπλέον υποκατάστημα μιας αλυσίδας ασχέτως τετραγωνικών μέτρων αυτού.
3. Διερεύνηση και εφαρμογή λύσεων για την καλύτερη μεταφορά ανθρώπων και εμπορευμάτων από και προς την Πρωτεύουσα.
4. Διασύνδεση και προσαρμογή του εμπορικού τομέα με τις ιδιαιτερότητες του τουριστικού τομέα σε τουριστικά ανεπτυγμένες ή αναπτυσσόμενες περιοχές μιας και οι αλλοδαποί τουρίστες- καταναλωτές- ιδιαίτερα χαρακτηρίζονται από δυτικού τύπου ορθολογική καταναλωτική συμπεριφορά.
5. Στην ενδοχώρα, στις αγροτικές περιοχές και τα μικρά νησιά: Ενίσχυση των εμπορικών επιχειρήσεων μέσω των ολοκληρωμένων παρεμβάσεων τύπου Leader και ΟΠΑΑΧ.
6. Προβολή και διαφήμιση των νησιωτικών επιχειρήσεων ως «τόπος προορισμού» τουρισμού και καταναλωτικών αγορών ιδιαίτερα με έμφαση στην εγχώρια παραγωγή (γεωργικών, βιομηχανικών και βιοτεχνικών προϊόντων).Στο πακέτο ήλιο – θάλασσα – πολιτισμό – διασκέδαση - διαμονή, να έχουμε πακέτο η ΑΓΟΡΑ.
7. Διεύρυνση των παρεμβάσεων για δράσεις διασυνοριακού εμπορίου. Δημιουργία υποδομών διευκόλυνσης (λιμάνια – αεροδρόμια) και γενικότερα καθιέρωση κέντρων διαμετακομιστικού εμπορίου μεταξύ ευρωπαϊκής ένωσης και των χωρών βόρειας Αφρικής – Μέσης Ανατολής–Τουρκία.
Αναγνωρίζοντας ότι μια τυπική μικρή εμπορική επιχείρηση από μόνη της έχει ελάχιστα, αν όχι ανύπαρκτα περιθώρια, να επιβιώσει και να αναπτυχθεί ανταγωνιστικά μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον που επικρατεί σήμερα καθοριστικό κρίνεται να υπάρξει σε συγκεκριμένους τομείς συλλογική δράση και στήριξη από το κράτος, τους τοπικούς φορείς όπως τα Επιμελητήρια και οι Ενώσεις Επιμελητηρίων, τις Τοπικές Αρχές και Συνδικαλιστικούς φορείς του Εμπορίου.
Η έννοια κλειδί στη σημερινή οικονομική συγκυρία είναι η κοινή δράση:
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΕΠΙΤΥΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ!
Του ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΨΑΡΟΥΔΑΚΗ
μέλος του Δ.Σ. του ΕΟΑΕΝ
Προέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου
μέλος του Δ.Σ. της ΕΣΕΕ
μέλος του Δ.Σ. του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment