Thursday, September 24, 2009

ΚΑΙ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ23/09/09 Δοκιμάζονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις “Μας φορολογούν,
αλλά δεν μας βοηθούν”
-
Χρειάζονται μέτρα
αναθέρμανσης
της αγοράς

Ρεπορτάζ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗΣ - ΕΛΕΝΗ ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗ
Ουσιαστική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με συγκεκριμένες πολιτικές
και μέτρα που θα συμβάλλουν άμεσα και αποτελεσματικά στην αναθέρμανση
της αγοράς ζητούν οι καταστηματάρχες των Χανίων από τη νέα κυβέρνηση
που θα προκύψει από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τους ίδιους, η κατάσταση σήμερα είναι εξαιρετικά δύσκολη, δεδομένου ότι, συν τοις άλλοις, η αγοραστική δυνατότητα των εργαζομένων μειώνεται συνεχώς, με αποτέλεσμα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να δοκιμάζονται σκληρά.
Ήδη αρκετές επιχειρήσεις έχουν βάλει λουκέτο και ακόμη περισσότερες έχουν σημαντικά οικονομικά προβλήματα, που αδυνατούν να αντιμετωπίσουν, αφού ακόμη και η λύση του δανεισμού έχει καταστεί εξαιρετικά δύσκολη, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν κλείσει τις «στρόφιγγες».
Οι επιχειρηματίες ζητούν μείωση της φορολογίας, αλλά και ένα σταθερό φορολογικό σύστημα για τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να ξέρουν «τι τους ξημερώνει».
Παράλληλα, τονίζουν ότι το κράτος οφείλει να ασχοληθεί σοβαρά με την πάταξη της φοροδιαφυγής και όχι να «ξεζουμίζει», κάθε φορά που επιθυμεί ν’ αυξήσει τα έσοδά του, τους τίμιους επιχειρηματίες, οι οποίοι είναι συνεπείς στις οικονομικές και φορολογικές τους υποχρεώσεις. Τα «Χ.Ν.» συνομίλησαν με επιχειρηματίες των Χανίων για τις προσδοκίες τους και τις αλλαγές που θα πρέπει να κάνει η νέα κυβέρνηση για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αναλυτικότερα:
«Είναι δύσκολα τα πράγματα», μας είπε ο κ. Σταύρος Μπαδογιάννης. Και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει φως. Έχουμε δοκιμάσει και τους προηγούμενους και τούτους. Δεν ξέρω πώς μπορούμε να βρούμε λύσεις, ο καθένας στα προβλήματά του. Τα μαγαζιά έχουν δυσκολία σε πολλά πράγματα. Πρώτα απ’ όλα δεν έχουν σταθερή φορολόγηση. Κάθε ένας που θα έρθει κάνει ό,τι καταλαβαίνει. Φορολογεί κατά το δοκούν. Όπως νομίζει, όσους νομίζει, τους συγγενείς και τους φίλους του δεν τους φορολογεί, τους δικούς τους τους διορίζει και τώρα θα έρθει ο επόμενος να κάνει τα ίδια. Εμάς κανείς δεν μας προσέχει. Τα καινούργια μαγαζιά δεν τα στηρίζει η πολιτεία, ούτε οι τράπεζες. Δεν δίνουν δάνεια. Μας είπαν ότι έδωσαν 28 δισ. ευρώ. Πού τα έδωσαν; Και αφού τα δώσατε, βγείτε και λίγο παραέξω, μην κάθεστε συνέχεια στο γραφείο, να δείτε: μπορεί να τα πάρει αυτά τα χρήματα ο κόσμος ή τα έχουν φυλάξει οι τραπεζίτες;».
Ο κ. Μανώλης Μπαρμπόπουλος σημείωσε ότι «κατ’ αρχήν πρέπει να τονωθεί η ζήτηση στην αγορά. Αυτό σημαίνει διευκολύνσεις. Εγώ, μάλιστα, σκεφτόμουνα ότι θα μπορούσε να γίνει κάποια προσπάθεια να ενισχύσουν τις πιστωτικές κάρτες. Να βάλουν, δηλαδή, ένα όριο και να πουν ότι εφ’ όσον κάποιος πληρώσει έγκαιρα θα μπορέσουμε να καλύψουμε ένα μέρος των τόκων. Να μπορέσει ο κόσμος, έστω με πλαστικό χρήμα, να κινηθεί στην αγορά».
Ο κ. Μπαρμπόπουλος σημείωσε ακόμη ότι «θα μπορούσαν να ξαναδούν τα θέματα με τον “Τειρεσία” για να βγουν έξω από τον “Τειρεσία” πολλές επιχειρήσεις. Φαντάζομαι ότι υπάρχουν χιλιάδες επιχειρηματίες στον “Τειρεσία”, απλά και μόνο επειδή τους “έφυγε” μια επιταγή. Άρα, κάτι πρέπει ν’ αλλάξει. Επίσης, θα πρέπει να ενεργοποιηθεί το ΤΕΜΠΜΕ, ίσως σε μία διαφορετική λογική για να μπορέσουν να πάρουν δάνεια επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη και όχι αυτές που πληρούν τραπεζικά κριτήρια και οι οποίες οδηγούν τα χρήματα και πάλι στις τράπεζες υπό τη μορφή βραχυχρόνιων καταθέσεων».
Ο ίδιος τόνισε ότι «από την άλλη πλευρά, όποια κυβέρνηση βγει έχει ανάγκη από φόρους, από έσοδα, αλλά αυτά δεν μπορούν να έρθουν από μία οικονομία, η οποία φθίνει. Είναι γεγονός και φαίνεται και σήμερα ότι οι επιχειρήσεις δεν πληρώνουν, ζημιογόνες θα είναι και το 2009», κατέληξε ο κ. Μπαρμπόπουλος.
Ο κ. Διονύσης Μαργαρώνης, ο οποίος έχει διατελέσει και πρόεδρος του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Χανίων, υπογράμμισε, από την πλευρά του, ότι «κατ’ αρχήν πρέπει ν’ ανακάμψει η οικονομία γενικότερα. Για ν’ ανακάμψει η οικονομία πρέπει να γίνουν επενδύσεις. Για ν’ ανακάμψει η οικονομία πρέπει να αυξηθούν οι μισθοί και οι συντάξεις. Αν αυτά δεν γίνουν, οποιαδήποτε κυβέρνηση και αν έρθει αύριο το πρωί θα συνεχίσουμε να έχουμε την ίδια κρίση που έχουμε και σήμερα. Δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τίποτα».
Αναφερόμενος σε θέματα φορολογίας, είπε ότι αυτό «είναι ένα άλλο κεφάλαιο, το οποίο πράγματι πρέπει κάποτε να σταθεροποιηθεί και να ξέρει για 15 - 20 χρόνια ο επιχειρηματίας πώς θα λειτουργήσει».
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον ίδιο, «πρέπει να γίνει μια πολύ μεγάλη τομή και βελτίωση στη Δημόσια Διοίκηση. Δεν μπορεί να σταθεί ο επιχειρηματικός κόσμος με αυτή τη Δημόσια Διοίκηση που έχουμε σήμερα. Κακά τα ψέματα. Δεν μπορεί, δηλαδή, να τρέμει η ψυχή σου, όταν περνάει ένας εφοριακός μήπως θελήσει να σου κάνει ζημιά. Εγώ να είμαι έντιμος, αλλά όχι εγώ που θα είμαι έντιμος να πληρώνω τα σπασμένα αυτών οι οποίοι φοροδιαφεύγουν και φοροκλέβουν».
Ο κ. Χάρης Κοντοπυράκης στάθηκε ιδιαίτερα στην πολιτική των τραπεζών, λέγοντας ότι «αυτή τη στιγμή οι επιχειρήσεις στενάζουν κάτω από την μπότα των τραπεζών, αλλά βλέπω ότι τα πράγματα είναι δύσκολα, διότι δυστυχώς τα νούμερα είναι πολύ άσχημα».
Ο κ. Κοντοπυράκης πρόσθεσε ότι «οι προσδοκίες μου είναι για την επόμενη μέρα είναι πολύ χαμηλές, γιατί έχω την τύχη και την ατυχία να γνωρίζω τα νούμερα, γιατί ο αδελφός μου είναι γενικός γραμματέας στο Υπουργείο Οικονομίας. Γι’ αυτό τι να πω ότι προσδοκώ; Αυτές τις βλακείες που έγραψε εβδομαδιαία εφημερίδα ότι θα μας χαρίσει» (σ.σ. το ΠΑΣΟΚ) «τα δάνεια; Μακάρι να μας τα χαρίσει. Εγώ θα είμαι ο πρώτος, το ορκίζομαι, που αν το κάνει θα βάλω δέκα σημαίες του ΠΑΣΟΚ έξω από το μαγαζί μου».
Ο κ. Γιάννης Ντερμανάκης επεσήμανε ότι «πρέπει να γίνει κάτι για να σταματήσουν να ανοίγουν σωρηδόν τα κινέζικα στην πόλη μας, καθώς και για να σταματήσει το άνοιγμα των πολυεθνικών σε μικρές πόλεις όπως τα Χανιά. Και, ακόμη, να δουν το θέμα της φορολογίας και οι επιχειρηματίες να αποκτήσουν καλύτερη πρόσβαση στις τράπεζες, κάτι που έχει δυσκολέψει το τελευταίο διάστημα, λόγω της οικονομικής κρίσης. Ενώ παλιότερα οι τράπεζες έδιναν δάνεια ανεξέλεγκτα -κάτι που ήταν λάθος- τώρα δεν δίνουν καθόλου ούτε δάνεια, ούτε βοήθεια σε επιχειρήσεις».
Για τον κ. Γιώργο Κορκίδη «το βασικό πρόβλημα είναι οι χαμηλοί μισθοί, με αποτέλεσμα να υπάρχει χαμηλή αγοραστική δυνατότητα. Όταν οι τιμές προϊόντων στην Ελλάδα είναι ίδιες με πολλά κράτη της Ευρώπης και οι μισθοί που παίρνουν οι εργαζόμενοι εδώ είναι οι μισοί σε σχέση με το εξωτερικό είναι δεδομένο ότι υπάρχει πρόβλημα. Διότι αυτοί που ψωνίζουν είναι αυτοί που εργάζονται. Όταν αυτοί που εργάζονται δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν, τότε υπάρχει πρόβλημα στην αγορά. Υπάρχει, βέβαια, και θέμα ακρίβειας. Ορισμένα προϊόντα στον κλάδο των τροφίμων, κυρίως, είναι ιδιαίτερα ακριβά», σημείωσε ο κ. Κορκίδης.
Στο θέμα της φορολογίας στάθηκε η κα Μαρία Διαμαντή. «Θα ήθελα να δουν το θέμα της φορολογίας. Να πληρώνουμε λιγότερους φόρους. Εγώ δουλεύω κι όλη μέρα πληρώνω περαιώσεις, πληρώνω ΦΠΑ, πληρώνω το ένα, πληρώνω το άλλο. Λιγότερη φορολογία, λοιπόν, ιδιαίτερα στις μικρές επιχειρήσεις».
Ανάλογη, αν και πολύ πιο αιχμηρή, η τοποθέτηση του κ. Μανώλη, ο οποίος δεν θέλησε να δημοσιευτεί το επώνυμό του. «Να δουν τη φορολογία. Μόνο να παίρνουν ξέρουν και τίποτε άλλο. Να παίρνουν, να παίρνουν, να παίρνουν, να παίρνουν. Τίποτε άλλο».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η κα Δώρα. «Να αλλάξει τη φορολογία, που είναι υψηλή. Το κράτος μας τα παίρνει από παντού. Νιώθουμε ότι, σε μεγάλο βαθμό, το κράτος έχει γίνει συνέταιρος στην τσέπη μας».
Τέλος, ο κ. Νίκος υπογράμμισε ότι «απαιτείται “ξεπάγωμα” της αγοράς, γιατί η αγορά είναι “παγωμένη” και ο κόσμος είναι γενικά “παγωμένος”. Αυτό που χρειάζεται είναι μια χαραμάδα αισιοδοξίας. Να αλλάξει λίγο το κλίμα. Τα προβλήματα είναι δεδομένα, αλλά υπάρχουν δυνατότητες για να βγει ο κόσμος από το καβούκι του. Νομίζω ότι λεφτά υπάρχουν. Χρειάζονται τομές, σοβαρά μέτρα και άσκηση ουσιαστικής πολιτικής προς αυτήν την κατεύθυνση».